Διαλογισμός στα πολωνικά
Μετάφραση: διαλογισμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kontemplacja, kontemplowanie, rozmyślanie, kontemplacji, kontemplacją, kontemplację, rozważanie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλογισμός
διαλογισμός κενού, διαλογισμός θεσσαλονίκη, διαλογισμός ταξίδι στο εδώ και τώρα, διαλογισμός ζεν, διαλογισμός αθήνα, διαλογισμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, διαλογισμός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- διαλανθάνω στα πολωνικά - unikać, zwodzić, umykać, wymijać, uciekać, na mieliźnie, opuszczony, ...
- διαλογίζομαι στα πολωνικά - spekulować, rozmyślać, rozważać, spekulują, spekulacji
- διαλυτός στα πολωνικά - rozwiązalny, rozerwalny, rozpuszczalny, rozpuszczalne, rozpuszczalna, rozpuszczalnych, rozpuszczalnego
- διαλύω στα πολωνικά - rozbierać, rozpuszczać, demontować, rozmontować, rozwiązać, rozmontowywać, rozkładać, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαλογισμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kontemplacja, kontemplowanie, rozmyślanie, kontemplacji, kontemplacją, kontemplację, rozważanie
Μεταφράσεις: kontemplacja, kontemplowanie, rozmyślanie, kontemplacji, kontemplacją, kontemplację, rozważanie