Κοινότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: κοινότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wspólnota, gmina, społeczność, zbiorowość, społeczeństwo, środowisko, społeczności
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινότητα
κοινότητα συνώνυμα, κοινότητα σαμαρίνας, κοινότητα των άμις, κοινότητα αφγανών, κοινότητα λογιστών, κοινότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κοινότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κοινόβιο στα πολωνικά - wspólnota, komuna, gmina, klasztor, Przeorat, priory, klasztorze, ...
- κοινός στα πολωνικά - jawny, społeczeństwo, publiczny, gminny, banalny, państwowy, powszedni, ...
- κοινότυπος στα πολωνικά - banalny, zdawkowy, trywialny, oklepany, tuzinkowy, szablonowy, stereotypowy, ...
- κοινώς στα πολωνικά - średnio, zwykle, potocznie, powszechnie, często, wspólnie
Τυχαίες λέξεις
Κοινότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wspólnota, gmina, społeczność, zbiorowość, społeczeństwo, środowisko, społeczności
Μεταφράσεις: wspólnota, gmina, społeczność, zbiorowość, społeczeństwo, środowisko, społeczności