Λιμοκτονώ στα πολωνικά

Μετάφραση: λιμοκτονώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zagłodzić, zagładzać, morzyć, głodzić, głodować, przymierać, głodu, z głodu
Λιμοκτονώ στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιμοκτονώ

λιμοκτονώ συνωνυμο, λιμοκτονώ αντωνυμο, λιμοκτονώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, λιμοκτονώ στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • λιμνάζων στα πολωνικά - martwy, stagnacja, zastój, marazm, stagnacji, stagnację
  • λιμνούλα στα πολωνικά - kałuża, rozlewisko, bajoro, basen, mulić, totalizator, mącić, ...
  • λιμουζίνα στα πολωνικά - limuzyna, Limousine, limuzyny, limuzyną, limuzyn
  • λιμός στα πολωνικά - głód, brak, klęska, głodowanie, głodu, klęska głodu, głodem
Τυχαίες λέξεις
Λιμοκτονώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zagłodzić, zagładzać, morzyć, głodzić, głodować, przymierać, głodu, z głodu