Σαρωτικός στα πολωνικά
Μετάφραση: σαρωτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozległy, odchylanie, omiatanie, zamaszysty, wymiatanie, zamiatanie, zamiatania, Sweeping
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρωτικός
σαρωτικόσ ανασχηματισμόσ μετά την εκταμίευση τησ δόσησ, σαρωτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, σαρωτικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σαρκοφάγος στα πολωνικά - mięsożerny, sarkofag, sarkofagu, sarcophagus, sarkofagiem
- σαρκώδης στα πολωνικά - mięsisty, tłusty, mięsiste, Cielista, mięsistych, mięsista
- σαρώνω στα πολωνικά - sprawdzać, skandować, przepatrywać, podmiatać, mieść, wymiatać, badać, ...
- σας στα πολωνικά - pański, swój, Twój, Państwu, listy, swoje
Τυχαίες λέξεις
Σαρωτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rozległy, odchylanie, omiatanie, zamaszysty, wymiatanie, zamiatanie, zamiatania, Sweeping
Μεταφράσεις: rozległy, odchylanie, omiatanie, zamaszysty, wymiatanie, zamiatanie, zamiatania, Sweeping