Φοβισμένος στα πολωνικά
Μετάφραση: φοβισμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bojaźliwy, straszny, lękliwy, okropny, strachliwy, przestraszony, boi, obawiają, boją, bać
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φοβισμένος
φοβισμένος μεταφραση, φοβισμένος συνώνυμα, φοβισμένος σκύλος, φοβισμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, φοβισμένος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φοβίζω στα πολωνικά - przepłoszyć, trwożyć, przestraszyć, przerazić, zastraszyć, postraszyć, wystraszyć, ...
- φοβερός στα πολωνικά - straszliwy, tragiczny, przepastny, fatalny, beznadziejny, bezdennie, straszny, ...
- φοιτήτρια στα πολωνικά - słuchacz, student, uczeń, studentów, studentem, studenta
- φοιτητής στα πολωνικά - student, słuchacz, uczeń, studentów, studentem, studenta
Τυχαίες λέξεις
Φοβισμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: bojaźliwy, straszny, lękliwy, okropny, strachliwy, przestraszony, boi, obawiają, boją, bać
Μεταφράσεις: bojaźliwy, straszny, lękliwy, okropny, strachliwy, przestraszony, boi, obawiają, boją, bać