Φοβισμένος στα τούρκικα
Μετάφραση: φοβισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
korkunç, korkak, korkmuş, korkuyor, korkuyorlar, korkuyorsun, korkuyordu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φοβισμένος
φοβισμένος μεταφραση, φοβισμένος συνώνυμα, φοβισμένος σκύλος, φοβισμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, φοβισμένος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- φοβίζω στα τούρκικα - korku, affright, korkutmak
- φοβερός στα τούρκικα - iğrenç, korkunç, dehşetli, müthiş, harika, harika bir, korku veren, ...
- φοιτήτρια στα τούρκικα - bilgin, öğrenci, Student, öğrencisi, öğrencinin, öğrencilerin
- φοιτητής στα τούρκικα - öğrenci, bilgin, Student, öğrencisi, öğrencinin, öğrencilerin
Τυχαίες λέξεις
Φοβισμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: korkunç, korkak, korkmuş, korkuyor, korkuyorlar, korkuyorsun, korkuyordu
Μεταφράσεις: korkunç, korkak, korkmuş, korkuyor, korkuyorlar, korkuyorsun, korkuyordu