Χρονιά στα πολωνικά
Μετάφραση: χρονιά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rok, rocznik, roku, na rok, rocznie, rokiem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρονιά
χρονιά αλόγου, χρονιά του αλόγου 2014, χρονιά του αλόγου, χρονιά καβάφη, χρονιά πολλα, χρονιά λεξικό γλώσσας πολωνικά, χρονιά στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- χρησιμότητα στα πολωνικά - pożyteczność, użytkowość, przydatność, użyteczność, narzędzie, narzędziem, narzÄ ™ dzie
- χροιά στα πολωνικά - karnacja, wygląd, cera, cerę, cery, complexion
- χρονικά στα πολωνικά - annały, kronika, rocznik, Annals, roczniki
- χρονικογράφος στα πολωνικά - kronikarz, kronikarzem, kronikarza, kronikarzy
Τυχαίες λέξεις
Χρονιά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rok, rocznik, roku, na rok, rocznie, rokiem
Μεταφράσεις: rok, rocznik, roku, na rok, rocznie, rokiem