Κατάκτηση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κατάκτηση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conquista, conquistas, a conquista, conquest, conquistar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάκτηση
κατάκτηση τησ μητρικήσ γλώσσασ, κατάκτηση 1453, κατάκτηση της ελλάδας από τους ρωμαίους, κατάκτηση της σελήνης, κατάκτηση της γλώσσας, κατάκτηση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατάκτηση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κατάθλιψη στα πορτογαλικά - crise, depressão, a depressão, depression, da depressão, de depressão
- κατάκαρδα στα πορτογαλικά - cordialmente, sinceramente, vivamente, comem com prazer, heartily
- κατάληξη στα πορτογαλικά - impressão, fim, esforço, conclusão, consequência, resultado, efeito, ...
- κατάληψη στα πορτογαλικά - carga, empreitada, ocupação, profissão, ofício, arte, apreensão, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάκτηση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: conquista, conquistas, a conquista, conquest, conquistar
Μεταφράσεις: conquista, conquistas, a conquista, conquest, conquistar