Οικτρός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: οικτρός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pobre, coitado, lastimável, lamentável, deplorável, pitiable, desprezível
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οικτρός
οικτρός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οικτρός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- οικοσημολογία στα πορτογαλικά - blasonaria, blazonry, heráldica, signet, brazão
- οικοσύστημα στα πορτογαλικά - ecossistema, ecosystem, ecossistemas, do ecossistema, ecossistema de
- οικόσημο στα πορτογαλικά - ápice, ponta, extremidade, cimo, pico, vértice, cume, ...
- οινόπνευμα στα πορτογαλικά - álcool, álcoois, espírito, espírito da, espírito de, o espírito, espiritual
Τυχαίες λέξεις
Οικτρός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pobre, coitado, lastimável, lamentável, deplorável, pitiable, desprezível
Μεταφράσεις: pobre, coitado, lastimável, lamentável, deplorável, pitiable, desprezível