Στασιασμός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: στασιασμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sedição, a sedição, rebelião, de sedição, sedition
Στασιασμός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στασιασμός

στασιασμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, στασιασμός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σταλάζω στα πορτογαλικά - brindar, pingar, gota, gotejamento, pingo, gotejar, trickle
  • σταματώ στα πορτογαλικά - parar, pausar, padrão, suspensão, revisar, fiscalizar, inspeccionar, ...
  • στασιαστικός στα πορτογαλικά - rebelde, rebeldes, rebeldia, rebellious
  • στατικός στα πορτογαλικά - estático, estática, static, estáticos, estáticas
Τυχαίες λέξεις
Στασιασμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sedição, a sedição, rebelião, de sedição, sedition