Στασιασμός στα τσεχικά

Μετάφραση: στασιασμός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vzpoura, pobuřování, Sedition, protistátní činnost, štvaní
Στασιασμός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στασιασμός

στασιασμός λεξικό γλώσσας τσεχικά, στασιασμός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • σταλάζω στα τσεχικά - stékat, mokvat, kapat, odkapávat, skapávat, kanout, pramínek, ...
  • σταματώ στα τσεχικά - oddech, zastavovat, přestávka, ověření, známka, revize, zkouška, ...
  • στασιαστικός στα τσεχικά - odbojný, povstalecký, odbojový, vzpurný, rebelantský, buřičský, vzdorovitý, ...
  • στατικός στα τσεχικά - stálý, statický, statické, statická, statickou, statického
Τυχαίες λέξεις
Στασιασμός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vzpoura, pobuřování, Sedition, protistátní činnost, štvaní