Στεγνός στα ρουμανικά
Μετάφραση: στεγνός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sec, usca, uscat, uscată, uscate, uscata, chimică
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγνός
στεγνός λάρυγγας, στεγνός συνώνυμα, στεγνός λαιμός, στεγνός καθαρισμός χαλιών, στεγνός κόλπος, στεγνός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, στεγνός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- στεγάζω στα ρουμανικά - adapta, stegazo
- στεγαστικός στα ρουμανικά - carcasă, locuință, locuințe, de locuințe, locuințelor
- στενά στα ρουμανικά - trece, îndeaproape, strâns, strânsă, atent, indeaproape
- στενάζω στα ρουμανικά - geamăt, geme, geamat, suspin, murmur
Τυχαίες λέξεις
Στεγνός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: sec, usca, uscat, uscată, uscate, uscata, chimică
Μεταφράσεις: sec, usca, uscat, uscată, uscate, uscata, chimică