Στεγνός στα τούρκικα
Μετάφραση: στεγνός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kurak, kuru, kurumak, kuru bir, ziyafet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγνός
στεγνός λάρυγγας, στεγνός συνώνυμα, στεγνός λαιμός, στεγνός καθαρισμός χαλιών, στεγνός κόλπος, στεγνός λεξικό γλώσσας τούρκικα, στεγνός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στεγάζω στα τούρκικα - yerleştirmek, stegazo
- στεγαστικός στα τούρκικα - konut, gövde, muhafaza, yuva, barınma
- στενά στα τούρκικα - olmak, yakından, yakın, yakın bir, sıkı, dikkatle
- στενάζω στα τούρκικα - inlemek, inilti, bir inilti, moan, inlemeye
Τυχαίες λέξεις
Στεγνός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kurak, kuru, kurumak, kuru bir, ziyafet
Μεταφράσεις: kurak, kuru, kurumak, kuru bir, ziyafet