Στεγνός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: στεγνός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сув, сува, суво, суви, сувата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγνός
στεγνός λάρυγγας, στεγνός συνώνυμα, στεγνός λαιμός, στεγνός καθαρισμός χαλιών, στεγνός κόλπος, στεγνός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στεγνός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- στεγάζω στα σλαβομακεδονικά - stegazo
- στεγαστικός στα σλαβομακεδονικά - домување, сместување, домувањето, станови, станбени
- στενά στα σλαβομακεδονικά - тесно, внимателно, поблиску, тесна, внимателно да
- στενάζω στα σλαβομακεδονικά - стенкањето, поплака, воздишка
Τυχαίες λέξεις
Στεγνός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: сув, сува, суво, суви, сувата
Μεταφράσεις: сув, сува, суво, суви, сувата