Όφελος στα ρουμανικά
Μετάφραση: όφελος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
beneficiu, beneficii, avantaj, beneficia, prestație
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όφελος
όφελος συνώνυμα, όφελος απόσυρσης, όφελος αντώνυμο, όφελος κλίση, όφελος ωφελώ, όφελος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, όφελος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- όσχεο στα ρουμανικά - scrot, scrotul, scrotului, scrotum, nivelul scrotului
- όταν στα ρουμανικά - când, atunci când, atunci, cand, atunci cand
- όχημα στα ρουμανικά - vehicul, vehiculului, de vehicul, autovehiculului, autovehicul
- όχθη στα ρουμανικά - mal, bancă, bancar, Bank, banca, bancare
Τυχαίες λέξεις
Όφελος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: beneficiu, beneficii, avantaj, beneficia, prestație
Μεταφράσεις: beneficiu, beneficii, avantaj, beneficia, prestație