Όφελος στα ουκρανικά
Μετάφραση: όφελος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
допомагати, допомога, вигода, користь, зиск, перевага
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όφελος
όφελος συνώνυμα, όφελος απόσυρσης, όφελος αντώνυμο, όφελος κλίση, όφελος ωφελώ, όφελος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, όφελος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- όσχεο στα ουκρανικά - мошонка, калитка
- όταν στα ουκρανικά - щенята, коли, колись
- όχημα στα ουκρανικά - палко, автомобіль, авто
- όχθη στα ουκρανικά - шар, верстак, насип, лавка, банк, банку
Τυχαίες λέξεις
Όφελος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: допомагати, допомога, вигода, користь, зиск, перевага
Μεταφράσεις: допомагати, допомога, вигода, користь, зиск, перевага