Όφελος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: όφελος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
корист, придобивка, бенефит, полза, доброто
Όφελος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όφελος

όφελος συνώνυμα, όφελος απόσυρσης, όφελος αντώνυμο, όφελος κλίση, όφελος ωφελώ, όφελος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, όφελος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • όσχεο στα σλαβομακεδονικά - скротумот, скротум
  • όταν στα σλαβομακεδονικά - кога, при, кога ќе, кога се
  • όχημα στα σλαβομακεδονικά - возило, возилото, возила, на возилото, возилата
  • όχθη στα σλαβομακεδονικά - брегот, банка, банката, банкарски, банкарска, банкарските
Τυχαίες λέξεις
Όφελος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: корист, придобивка, бенефит, полза, доброто