Όφελος στα τούρκικα

Μετάφραση: όφελος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
faydalı, fayda, yarar, yararı, parası, faydası
Όφελος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όφελος

όφελος συνώνυμα, όφελος απόσυρσης, όφελος αντώνυμο, όφελος κλίση, όφελος ωφελώ, όφελος λεξικό γλώσσας τούρκικα, όφελος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • όσχεο στα τούρκικα - skrotum, scrotum, skrotumda, skrotuma, testis torbası
  • όταν στα τούρκικα - ne zaman, zaman, olduğunda, ne, sırasında
  • όχημα στα τούρκικα - taşıt, araç, aracın, aracına
  • όχθη στα τούρκικα - banka, kıyı, Bank, bankası, bankanın
Τυχαίες λέξεις
Όφελος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: faydalı, fayda, yarar, yararı, parası, faydası