Ύψωση στα ρουμανικά

Μετάφραση: ύψωση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
culme, crește, ridica, crească, creasca, se ridice
Ύψωση στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύψωση

ύψωση του τιμίου και ζωοποιού σταυρού, ύψωση του σταυρού, ύψωση τιμίου σταυρού παπάγου, ύψωση σε δύναμη στη c, ύψωση σε δύναμη με επαναλαμβανόμενο τετραγωνισμό, ύψωση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ύψωση στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • ύψιστος στα ρουμανικά - cea mai mare, cel mai mare, mai mare, mai înalt, cel mai înalt
  • ύψος στα ρουμανικά - culme, altitudine, înălţime, înălțime, înălțimea, inaltime, inaltimea, ...
  • ώθηση στα ρουμανικά - împingere, tracțiune, axial, de tracțiune, de împingere
  • ώμος στα ρουμανικά - umăr, mur, umar, umărul, de umăr, de umar
Τυχαίες λέξεις
Ύψωση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: culme, crește, ridica, crească, creasca, se ridice