Μοκέτα στα ρωσικά

Μετάφραση: μοκέτα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ковёр, покрытие, устилать, ковер, мокет, ковролин
Μοκέτα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοκέτα

μοκέτα διάδρομος, μοκέτα για παιδικό δωμάτιο, μοκέτα με το μέτρο, μοκέτα τιμή, μοκέτα πλακάκι, μοκέτα λεξικό γλώσσας ρωσικά, μοκέτα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • μοιχικός στα ρωσικά - прелюбодейный, прелюбодеяние, прелюбодейное, прелюбодейный знамения, супружеской неверности
  • μοιχός στα ρωσικά - прелюбодей, прелюбодеем, прелюбодея, блудник, неверным супругом
  • μολάρω στα ρωσικά - ослаблять, разрыхлять, взрыхлять, вялым, слабнуть, ослабить, рыхлить, ...
  • μολονότι στα ρωσικά - хотя, Несмотря на, хотя и, Несмотря на то
Τυχαίες λέξεις
Μοκέτα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: ковёр, покрытие, устилать, ковер, мокет, ковролин