Πειραματικός στα ρωσικά

Μετάφραση: πειραματικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
экспериментальный, пробный, подопытный, экспериментальная, экспериментальное, экспериментальной, экспериментальные
Πειραματικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειραματικός

πειραματικός σχεδιασμός και στατιστικές εφαρμογές στην ψυχολογία, πειραματικός σταθμός τηλεοράσεως, πειραματικός κινηματογράφος, πειραματικόσ χώροσ ανάμεσα, πειραματικός έλεγχος των νόμων του απλού εκκρεμούς, πειραματικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, πειραματικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • πειράζω στα ρωσικά - докучать, раздражать, ворсовать, ворсить, подразнить, дразнить, поддразнивать, ...
  • πειραματίζομαι στα ρωσικά - эксперимент, опыт, экспериментировать, эксперимента, эксперименте
  • πειρασμός στα ρωσικά - искушение, обольщение, соблазн, приманка, искушения, искушением, соблазна
  • πειρατής στα ρωσικά - пират, разбойник, грабитель, пиратский, Pirate, пиратом, пирата
Τυχαίες λέξεις
Πειραματικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: экспериментальный, пробный, подопытный, экспериментальная, экспериментальное, экспериментальной, экспериментальные