Ψωμί στα ρωσικά
Μετάφραση: ψωμί, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хлеб, хлеба, хлебом, хлебопродуктов
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψωμί
ψωμί βρώμης, ψωμί συνταγές, ψωμί ζέας, ψωμί εσσαίων, ψωμί και αλάτι, ψωμί λεξικό γλώσσας ρωσικά, ψωμί στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- ψυχρότητα στα ρωσικά - чопорность, натянутость, холодность, холод, холода, холодности, неприветливость
- ψωμάκι στα ρωσικά - реестр, откатывать, валять, подкатиться, вкатывать, барахтаться, катать, ...
- ψωνίζω στα ρωσικά - лавочка, магазин, мастерская, предприятие, цех, лавка, магазина, ...
- ψύξη στα ρωσικά - холодный, вымораживание, фрезерование, замерзание, охлаждающий, застывание, замораживание, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψωμί στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: хлеб, хлеба, хлебом, хлебопродуктов
Μεταφράσεις: хлеб, хлеба, хлебом, хлебопродуктов