Άνεση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: άνεση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
удобност, комфор, комфорт, удобноста, утеха
Άνεση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνεση

άνεση english, ακουστική άνεση, επική άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, άνεση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, άνεση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • άνεμος στα σλαβομακεδονικά - ветрот, ветерници, ветер, ветерот, на ветерот
  • άνεργος στα σλαβομακεδονικά - невработени, невработените, невработени лица, невработените лица, невработен
  • άνετος στα σλαβομακεδονικά - удобно, удобни, смиреноста, удобен, удобна
  • άνευ στα σλαβομακεδονικά - без, без да, не, без да се
Τυχαίες λέξεις
Άνεση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: удобност, комфор, комфорт, удобноста, утеха