Αναρρόφηση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αναρρόφηση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вшмукување, шмукање, вшмукателната, приливна, за вшмукување
Αναρρόφηση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρρόφηση

αναρρόφηση τροφής, αναρρόφηση στον ύπνο, αναρρόφηση τιμη, αναρρόφηση λαδιου, αναρρόφηση νερου, αναρρόφηση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αναρρόφηση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αναρριχώμαι στα σλαβομακεδονικά - трка, Маратон, туркањето, тепачка
  • αναρροφώ στα σλαβομακεδονικά - тргнува, сифон го
  • αναρρώνω στα σλαβομακεδονικά - convalesce
  • αναρχία στα σλαβομακεδονικά - анархија, анархијата
Τυχαίες λέξεις
Αναρρόφηση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вшмукување, шмукање, вшмукателната, приливна, за вшмукување