Βολικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βολικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βολικός
βολικός πάτρα, βολικός διονύσης, βολικός συνώνυμο, βολικός συνώνυμα, βολικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βολικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- βολβός στα σλαβομακεδονικά - сијалица, сијалицата, крушка, на сијалицата, светилка
- βολεύω στα σλαβομακεδονικά - плима, бранот, напливот, бран, плимата
- βομβαρδίζω στα σλαβομακεδονικά - бомбардираат, бомбардирам, го бомбардираат, бомбандирање, бомбандираат
- βομβαρδισμός στα σλαβομακεδονικά - бомбардирањето, бомбардирања, бомбардирање, бомбардирањата, бомбардирање на
Τυχαίες λέξεις
Βολικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни
Μεταφράσεις: удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни