Διαμένω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: διαμένω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
во живо, живеат, да живее, живее, живееме
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμένω
διαμένω ορισμόσ, διαμένω συνώνυμα, διαμένω μονιμα, διαμένω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διαμένω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- διαμάντι στα σλαβομακεδονικά - дијамант, дијамантски, дијаманти, дијамантот, со дијаманти
- διαμάχη στα σλαβομακεδονικά - конфликт, конфликтот, конфликти, судир, на конфликти
- διαμέρισμα στα σλαβομακεδονικά - стан, станот, апартман, апартмани, станбени
- διαμέσου στα σλαβομακεδονικά - преку, со, низ, во текот
Τυχαίες λέξεις
Διαμένω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: во живо, живеат, да живее, живее, живееме
Μεταφράσεις: во живо, живеат, да живее, живее, живееме