Διαμένω στα σουηδικά

Μετάφραση: διαμένω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vistas, bo, lever, bor, leva, levande
Διαμένω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμένω

διαμένω ορισμόσ, διαμένω συνώνυμα, διαμένω μονιμα, διαμένω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διαμένω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διαμάντι στα σουηδικά - diamant, Diamond, diamanter, diamanten
  • διαμάχη στα σουηδικά - konflikt, konflikten, konflikter
  • διαμέρισμα στα σουηδικά - klanglös, jämn, flat, fadd, lägenhet, plan, våning, ...
  • διαμέσου στα σουηδικά - genom, igenom, via, med, till
Τυχαίες λέξεις
Διαμένω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: vistas, bo, lever, bor, leva, levande