Κειμήλιο στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κειμήλιο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
скапоцен камен, накит, Бисер, украс
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κειμήλιο
κειμήλιο english, κειμήλιο ετυμολογία, κειμήλιο συνώνυμο, κειμήλιο αγγλικα, συνώνυμα κειμήλιο, κειμήλιο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κειμήλιο στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κείμαι στα σλαβομακεδονικά - лагата, keimai
- κείμενο στα σλαβομακεδονικά - текст, текстот, текстуална, текстуални, на текст
- κελάρι στα σλαβομακεδονικά - визбата, визба, подрум, подрумски, подрумот
- κελί στα σλαβομακεδονικά - ќелијата, мобилен, ќелија, клетка, клетки, клетката
Τυχαίες λέξεις
Κειμήλιο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: скапоцен камен, накит, Бисер, украс
Μεταφράσεις: скапоцен камен, накит, Бисер, украс