Κειμήλιο στα τσεχικά
Μετάφραση: κειμήλιο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dědictví, šperk, klenot, klenotem, skvost, drahokam
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κειμήλιο
κειμήλιο english, κειμήλιο ετυμολογία, κειμήλιο συνώνυμο, κειμήλιο αγγλικα, συνώνυμα κειμήλιο, κειμήλιο λεξικό γλώσσας τσεχικά, κειμήλιο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κείμαι στα τσεχικά - lhát, nacházet, klamat, ležet, spočívat, lež, zalhat, ...
- κείμενο στα τσεχικά - průtok, přecházení, přechod, převoz, přelet, úryvek, průchod, ...
- κελάρι στα τσεχικά - sklep, sklípek, sklepní, sklepa, sklepy
- κελί στα τσεχικά - kobka, buňka, komůrka, článek, buněk, buněčné, buněčná
Τυχαίες λέξεις
Κειμήλιο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: dědictví, šperk, klenot, klenotem, skvost, drahokam
Μεταφράσεις: dědictví, šperk, klenot, klenotem, skvost, drahokam