Κολακευτικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κολακευτικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
adulatory
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολακευτικός
κολακευτικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κολακευτικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κολέγιο στα σλαβομακεδονικά - колеџ, колеџот, College, на колеџ
- κολίγας στα σλαβομακεδονικά - crofters
- κολακεύω στα σλαβομακεδονικά - Blarney
- κολασμένος στα σλαβομακεδονικά - проклета, проколнатите, проклетата, клето, проклетава
Τυχαίες λέξεις
Κολακευτικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: adulatory
Μεταφράσεις: adulatory