Κόλπο στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κόλπο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
илузија, трик, каскадер, трик за, подвиг
Κόλπο στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόλπο

κόλπο της βεγγάλης, κόλπο του ορφανού, κόλπο της αιώρησης, κόλπο με τράπουλα, κόλπο της ταϊλάνδης, κόλπο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κόλπο στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κόλλα στα σλαβομακεδονικά - лепак, лепило, лепилото, на лепак, лепак за
  • κόλλημα στα σλαβομακεδονικά - лепење, лепење на, лепење на некои места
  • κόλπος στα σλαβομακεδονικά - залив, Bay, заливот, Беј, ловоров
  • κόμβος στα σλαβομακεδονικά - јазол, јазли, јазолот, куп
Τυχαίες λέξεις
Κόλπο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: илузија, трик, каскадер, трик за, подвиг