Ανάκαμψη στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανάκαμψη, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
okrevanje, izterjava, obnovitev, predelava, izterjave
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάκαμψη
ανάκαμψη συνώνυμο, ανάκαμψη συνώνυμα, ανάκαμψη ορισμός, ανάκαμψη μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, ανάκαμψη λεξικό, ανάκαμψη λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανάκαμψη στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ανάθεμα στα σλοβενικά - prekletstvo, škodljiva, anatema
- ανάθεση στα σλοβενικά - odstop, Razporeditev, Prirejanje, dodelitev, naloga
- ανάκλιντρο στα σλοβενικά - puhovka, kavč, couch, raztegljiv, sedežna garnitura, kavču
- ανάκριση στα σλοβενικά - Izvid, Izviđaj
Τυχαίες λέξεις
Ανάκαμψη στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: okrevanje, izterjava, obnovitev, predelava, izterjave
Μεταφράσεις: okrevanje, izterjava, obnovitev, predelava, izterjave