Ανάκαμψη στα σουηδικά
Μετάφραση: ανάκαμψη, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
återvinning, återhämtning, återhämtningen, återhämtnings, återvinnings
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάκαμψη
ανάκαμψη συνώνυμο, ανάκαμψη συνώνυμα, ανάκαμψη ορισμός, ανάκαμψη μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, ανάκαμψη λεξικό, ανάκαμψη λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανάκαμψη στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανάθεμα στα σουηδικά - anatema, bannlysning, styggelse, anathema, en styggelse, bannlysningen
- ανάθεση στα σουηδικά - uppgift, tilldelning, uppdrag, uppdraget, tilldelningen
- ανάκλιντρο στα σουηδικά - divan, soffa, couch, soffan
- ανάκριση στα σουηδικά - förfrågan, inquesten, inquest, förhöret, UTREDNING, rättslig undersökning
Τυχαίες λέξεις
Ανάκαμψη στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: återvinning, återhämtning, återhämtningen, återhämtnings, återvinnings
Μεταφράσεις: återvinning, återhämtning, återhämtningen, återhämtnings, återvinnings