Τρέχω στα σουηδικά

Μετάφραση: τρέχω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rusa, lopp, fart, jaga, slänga, tankstreck, hast, hasta, hastighet, brådska, löpning, springa, fjäsk, framfart, Rampage, raseri, härjningståg, raseriet
Τρέχω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρέχω

παρέχω συνώνυμο, τρέχω και δεν φτάνω, τρέχω συνώνυμα, παρέχω κλίση, τρέχω ονειροκρίτης, τρέχω λεξικό γλώσσας σουηδικά, τρέχω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • τρέξιμο στα σουηδικά - löpning, rinnande, igång, kör, driften
  • τρέφω στα σουηδικά - uppfostra, uppfostran, nära, fostran, foder, matnings, feed, ...
  • τρήμα στα σουηδικά - foramen
  • τρία στα σουηδικά - tre
Τυχαίες λέξεις
Τρέχω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: rusa, lopp, fart, jaga, slänga, tankstreck, hast, hasta, hastighet, brådska, löpning, springa, fjäsk, framfart, Rampage, raseri, härjningståg, raseriet