Αχρηστεύω στα σουηδικά

Μετάφραση: αχρηστεύω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
incapacitate, oskadliggöra, att oskadliggöra
Αχρηστεύω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αχρηστεύω

αχρηστεύω συνώνυμα, αχρηστεύω λεξικό γλώσσας σουηδικά, αχρηστεύω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αχνίζω στα σουηδικά - ryka, ånga, fräsa, sizzle, fräsa vid matlagning, Friendfinder, Swingers
  • αχρείος στα σουηδικά - skurkaktig, bovaktig, skurk, scoundrelen, scoundrel, skurken, usling
  • αχτίδα στα σουηδικά - stråle, bjälke, stråla, skina, balk, axel, skaft, ...
  • αχυρώνας στα σουηδικά - lada, ladugård, barn, ladan, ladugården
Τυχαίες λέξεις
Αχρηστεύω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: incapacitate, oskadliggöra, att oskadliggöra