Εμποδίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: εμποδίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avstyra, hindra, stunt, trick, jippo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμποδίζω
εμποδίζω english, εμποδίζω συνώνυμα, εμποδίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εμποδίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εμπλουτίζω στα σουηδικά - berika, berikar, att berika, anrika, utöka
- εμπνέω στα σουηδικά - ingjuta, infundera, ingjuter, infuse, infusera
- εμποδισμός στα σουηδικά - blockering, blockerande, blockera, blockerar, att blockera
- εμπορεύματα στα σουηδικά - vara, handelsvaror, varor, varorna, varor som, gods
Τυχαίες λέξεις
Εμποδίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: avstyra, hindra, stunt, trick, jippo
Μεταφράσεις: avstyra, hindra, stunt, trick, jippo