Ευγένεια στα σουηδικά
Μετάφραση: ευγένεια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
artighet, hövlighet, artig, artighets, artigt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευγένεια
ευγένεια λεξικό, ευγένεια κλειδαρά, ευγένεια ρητα, ευγένεια καρυωτάκης, ευγένεια samara, ευγένεια λεξικό γλώσσας σουηδικά, ευγένεια στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ευαισθησία στα σουηδικά - mottaglighet, känslighet, känsligheten, mottagligheten, resistens
- ευανάγνωστος στα σουηδικά - läsbar, läsbara, läsbart
- ευγενικά στα σουηδικά - hövligt, värdigt sätt, ett värdigt sätt, hövligt sätt, ett hövligt
- ευγενικός στα σουηδικά - artig, hövlig, sort, sortera, vänlig, hygglig, art, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευγένεια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: artighet, hövlighet, artig, artighets, artigt
Μεταφράσεις: artighet, hövlighet, artig, artighets, artigt