Ευγένεια στα τούρκικα
Μετάφραση: ευγένεια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nezaket, incelik, kibarlık, kibarlığı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευγένεια
ευγένεια λεξικό, ευγένεια κλειδαρά, ευγένεια ρητα, ευγένεια καρυωτάκης, ευγένεια samara, ευγένεια λεξικό γλώσσας τούρκικα, ευγένεια στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ευαισθησία στα τούρκικα - duyarlılık, duyarlılığı, yatkınlık, hassasiyet, duyarlılıkları
- ευανάγνωστος στα τούρκικα - okunaklı, okunabilir, okunabilen, okunabilir bir, tarafından okunabilir
- ευγενικά στα τούρκικα - nazik, courteously, kibarca, nazikçe, incelikli
- ευγενικός στα τούρκικα - tarz, hafif, usul, tür, nazik, kibar, soylu, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευγένεια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nezaket, incelik, kibarlık, kibarlığı
Μεταφράσεις: nezaket, incelik, kibarlık, kibarlığı