Στραμπουλίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: στραμπουλίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ras, ansträngning, anstränga, vricka, fläta, vrickning, stukning, sprain
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στραμπουλίζω
στραμπουλίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, στραμπουλίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στραγγίζω στα σουηδικά - dränera, avlopp, vrida, vrider, vrid, vrida ur, vrid ur
- στραγγαλίζω στα σουηδικά - strypa, kväva, GARROTTERING, GARROTERING, GARROTERA, GARROTTERA, STRYPA
- στραπατσάρισμα στα σουηδικά - dent, buckla, direktören, direktör, ende
- στρατάρχης στα σουηδικά - marskalk, fält, fältet, området, område
Τυχαίες λέξεις
Στραμπουλίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ras, ansträngning, anstränga, vricka, fläta, vrickning, stukning, sprain
Μεταφράσεις: ras, ansträngning, anstränga, vricka, fläta, vrickning, stukning, sprain