Άβυσσος στα τούρκικα
Μετάφραση: άβυσσος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
körfez, uçurum, uçuruma, abyss, uçurumun, boşluk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άβυσσος
άβυσσος βικιπαίδεια, άβυσσος συνώνυμο, άβυσσος ορισμός, άβυσσος η ψυχή της γυναίκας, άβυσσος ενυδρεία, άβυσσος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άβυσσος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άβολα στα τούρκικα - rahatsız, rahatsız edici, rahatsızlık, rahatsız bir, rahatsız edici bir
- άβολος στα τούρκικα - rahatsız, rahatsız edici, rahatsızlık, rahatsız bir, rahatsız edici bir
- άγαλμα στα τούρκικα - heykeltıraşlık, heykel, heykeli, statue, heykelin, heykelinin
- άγγελμα στα τούρκικα - haber, mesaj, mesajı, iletisi, ileti, mesaj gönder
Τυχαίες λέξεις
Άβυσσος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: körfez, uçurum, uçuruma, abyss, uçurumun, boşluk
Μεταφράσεις: körfez, uçurum, uçuruma, abyss, uçurumun, boşluk