Άδεια στα τούρκικα

Μετάφραση: άδεια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
izin, lisans, lisansı, ruhsat, License, bir lisans
Άδεια στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άδεια

άδεια διαμονής, άδεια μητρότητας, άδεια άνευ αποδοχών, άδεια χρήσης νερού, άδεια μικρής κλίμακας, άδεια λεξικό γλώσσας τούρκικα, άδεια στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • άγρυπνος στα τούρκικα - alarm, uyanık, uykusuz, uykusuz bir, sleepless, uykusuz geçen
  • άγχος στα τούρκικα - acı, stres, gerilme, stresi, stresin, gerilmesi
  • άδειος στα τούρκικα - boşaltmak, boş, boş bir, boþ
  • άδικος στα τούρκικα - haksız, günahkâr, adaletsiz, unrighteous, Aklanmamış
Τυχαίες λέξεις
Άδεια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: izin, lisans, lisansı, ruhsat, License, bir lisans