Άδεια στα φινλανδικά

Μετάφραση: άδεια, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
siunaus, suoda, sallia, lupa, lisenssi, lisenssin, luvan, todistuksen
Άδεια στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άδεια

άδεια διαμονής, άδεια μητρότητας, άδεια άνευ αποδοχών, άδεια χρήσης νερού, άδεια μικρής κλίμακας, άδεια λεξικό γλώσσας φινλανδικά, άδεια στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • άγρυπνος στα φινλανδικά - tietoinen, hälytys, sireeni, hälytystila, varoittaa, reipas, virkeä, ...
  • άγχος στα φινλανδικά - hätä, painopiste, piina, korostaa, tyrmistys, ahdistus, tähdentää, ...
  • άδειος στα φινλανδικά - toimeton, tuottamaton, asumaton, avoin, tyhjä, vapaa, asuttamaton, ...
  • άδικος στα φινλανδικά - väärämielinen, etteivät väärät, väärintekijä, vääräin
Τυχαίες λέξεις
Άδεια στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: siunaus, suoda, sallia, lupa, lisenssi, lisenssin, luvan, todistuksen