Αποθήκη στα τούρκικα

Μετάφραση: αποθήκη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ambar, depo, Warehouse, ambarı, antrepo
Αποθήκη στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποθήκη

αποθήκη ηλιούπολη, αποθήκη τροφίμων, αποθήκη κήπου, αποθήκη english, αποθήκη στα αγγλικά, αποθήκη λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποθήκη στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αποθέωση στα τούρκικα - tanrılaştırma, apotheosis, şahikası, yüce amaç, kahramanın tanrılaşması
  • αποθήκευση στα τούρκικα - dükkân, depolama, depo, ambar, saklama, bir depolama, bellek
  • αποθανών στα τούρκικα - geç, merhum, hayatta değil, hayatta, ölen, ölmüş
  • αποθαρρύνω στα τούρκικα - hevesini kırmak, dishearten, hevesini, cesaretini kırmak, umutsuzluğa
Τυχαίες λέξεις
Αποθήκη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ambar, depo, Warehouse, ambarı, antrepo