Βλήμα στα τούρκικα
Μετάφραση: βλήμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mermi, merminin, projectile, roket, projektil
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βλήμα
βλήμα ετυμολογία, τροχιοδεικτικό βλήμα, βλήμα cruise υψηλών επιδόσεων πέτυχε να κατασκευάσει η ελληνική βιομηχανία, βλήμα meteor, είσαι βλήμα, βλήμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, βλήμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βλέπω στα τούρκικα - gözetlemek, bakmak, gözlemek, karşılaşmak, toplanmak, buluşmak, görmek, ...
- βλέψη στα τούρκικα - meram, hedef, hırs, niyet, tutku, amaç, ihtiras, ...
- βλαβερός στα τούρκικα - ters, zararlı, yaralayıcı, incitici, kırıcı, acı verici
- βλακείες στα τούρκικα - saçmalık, saçma, bullshit, bir saçmalık, saçmalýk
Τυχαίες λέξεις
Βλήμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: mermi, merminin, projectile, roket, projektil
Μεταφράσεις: mermi, merminin, projectile, roket, projektil