Διερεύνηση στα τούρκικα
Μετάφραση: διερεύνηση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
soruşturma, araştırma, inceleme, incelenmesi, soruşturması
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διερεύνηση
διερεύνηση αεροπορικών ατυχημάτων, διερεύνηση εκπαιδευτικών αναγκών ενηλίκων, διερεύνηση συνώνυμο, διερεύνηση αναιμίας, διερεύνηση στα αγγλικά, διερεύνηση λεξικό γλώσσας τούρκικα, διερεύνηση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διεξοδικός στα τούρκικα - bol, çok, geniş, ayrıntılı, kapsamlı, eksiksiz, ayrıntılı bir, ...
- διεργασία στα τούρκικα - inceleme, sınav, süreç, işlem, süreci, işlemi, proses
- διερμηνέας στα τούρκικα - tercüman, yorumlayıcı, yorumlayıcısı, çevirmen, interpreter
- διερωτώμαι στα τούρκικα - mucize, harika, hayret, tansık, şaşkınlık, merak, merak ediyorum, ...
Τυχαίες λέξεις
Διερεύνηση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: soruşturma, araştırma, inceleme, incelenmesi, soruşturması
Μεταφράσεις: soruşturma, araştırma, inceleme, incelenmesi, soruşturması