Επίδομα στα τούρκικα
Μετάφραση: επίδομα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
prim, ödenek, indirimi, yardımı, parası, ödeneği
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίδομα
επίδομα θέρμανσης, επίδομα τέκνων, επίδομα 2014, επίδομα τέκνων 2014, επίδομα ανεργίας, επίδομα λεξικό γλώσσας τούρκικα, επίδομα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επίδειξη στα τούρκικα - gösteri, demo, demonstrasyon, gösterim, gösterilmesi
- επίδεσμος στα τούρκικα - sargı, bandaj, sargılar, bandajı, bandage
- επίδραση στα τούρκικα - etki, etkisi, etkileri, etkisinin, efekti
- επίθεση στα τούρκικα - saldırı, saldırmak, nöbet, hücum, saldırısı, atak, saldırının
Τυχαίες λέξεις
Επίδομα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: prim, ödenek, indirimi, yardımı, parası, ödeneği
Μεταφράσεις: prim, ödenek, indirimi, yardımı, parası, ödeneği