Καταχρηστικός στα τούρκικα

Μετάφραση: καταχρηστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
küfürlü, kötü niyetli, kötüye, suistimal, taciz
Καταχρηστικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταχρηστικός

καταχρηστικός δίφθογγος, καταχρηστικόσ συνώνυμα, καταχρηστικός συνώνυμο, καταχρηστικός ορισμός, καταχρηστικός αγγλικά, καταχρηστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, καταχρηστικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • καταφύγιο στα τούρκικα - sığınak, barınak, barınma, sığınma evi, koruyucu
  • καταχνιά στα τούρκικα - pus, bulanıklık, sis, haze, bulanıklığı
  • καταχρώμαι στα τούρκικα - zimmetine geçirmek, embezzle, kendine mâletmek, mâletmek
  • καταχωρώ στα τούρκικα - kütük, sicil, kayıt, Ben, I, ı, bir
Τυχαίες λέξεις
Καταχρηστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: küfürlü, kötü niyetli, kötüye, suistimal, taciz