Καταχρηστικός στα τσεχικά

Μετάφραση: καταχρηστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
urážlivý, hanlivý, hrubý, zneužívající, nemístné správání
Καταχρηστικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταχρηστικός

καταχρηστικός δίφθογγος, καταχρηστικόσ συνώνυμα, καταχρηστικός συνώνυμο, καταχρηστικός ορισμός, καταχρηστικός αγγλικά, καταχρηστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, καταχρηστικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • καταφύγιο στα τσεχικά - ostrůvek, útočiště, útulek, úkryt, skrýš, rezervace, azyl, ...
  • καταχνιά στα τσεχικά - mlha, opar, zákal, zákalu, haze
  • καταχρώμαι στα τσεχικά - zneužít, zpronevěřit, nadávka, nešvar, defraudovat, zneužívat, týrat, ...
  • καταχωρώ στα τσεχικά - soupis, zaznamenat, registr, rejstřík, registrovat, seznam, kniha, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταχρηστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: urážlivý, hanlivý, hrubý, zneužívající, nemístné správání