Ορυκτολογία στα τούρκικα
Μετάφραση: ορυκτολογία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mineraloji, mineralojisi, mineralogy, mineralojik, minerolojisi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορυκτολογία
ορυκτολογία κρυσταλλογραφία, ορυκτολογία βιβλίο, ορυκτολογία πετρολογία, ορυκτολογία λεξικό γλώσσας τούρκικα, ορυκτολογία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- οροφή στα τούρκικα - çatı, dam, tavan, roof, çatısı, bir çatı
- ορτύκι στα τούρκικα - bıldırcın, Quail, bıldırcını, bıldırcınların, adet bıldırcın
- ορυκτό στα τούρκικα - maden, mineral, madeni, mineralli
- ορυχείο στα τούρκικα - tuzak, dane, mayın, benim, maden, madeni, mine
Τυχαίες λέξεις
Ορυκτολογία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: mineraloji, mineralojisi, mineralogy, mineralojik, minerolojisi
Μεταφράσεις: mineraloji, mineralojisi, mineralogy, mineralojik, minerolojisi