Περιορίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: περιορίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
indirmek, küçültmek, azaltmak, sınırlandırmak, sınırlamak, hapsetmek, hapsedin, sınırlamaz
Περιορίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιορίζω

περιορίζω στα αγγλικά, περιορίζω αντώνυμο, περιορίζω translate, περιορίζω συνώνυμα, περιορίζω αντιθετο, περιορίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, περιορίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • περιοδικά στα τούρκικα - periyodik, periyodik olarak, aralıklarla, düzenli, düzenli olarak
  • περιοδικό στα τούρκικα - dergi, dergisi, magazine, dergisinin, magazin
  • περιορισμένος στα τούρκικα - kısıtlı, sınırlı, sınırlıdır, kısıtlanmış, yoktur
  • περιορισμός στα τούρκικα - sınırlama, kısıtlama, restriksiyon, kısıtlaması, sınırlandırma
Τυχαίες λέξεις
Περιορίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: indirmek, küçültmek, azaltmak, sınırlandırmak, sınırlamak, hapsetmek, hapsedin, sınırlamaz